Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΦΙΛΩΝ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΒΡΥΟΥΛΛΩΝ ΕΥΧΕΤΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΙΑΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΒΟΥΡΛΩΝ Μ. ΑΣΙΑΣ
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψιλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή καλός μας χρόνος, εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνος.
Κι αρχή που βγήκε ο Χριστός στη γη να περπατήσει
και να μας καλοκαρδίσει.
Κι εκεί που πρωτοπάτησε χρυσή μηλίτσα βγήκε
και ποιος την παραχρύσωσε; Ο Άγιος Βασίλης!
Άγιος Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία
συ ‘σαι αρχόντισσα κυρία!
Βαστά εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι
δες και με το παλικάρι!
Το καλαμάρι έγραφε, τη μοίρα μου την έγραφε
και το χαρτί ομίλιε, άσπρε μου καλέ μου ήλιε!
Βασίλη πόθεν έρχεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;
Από της μάνας μ’ έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω!
Κάτσε να φας, κάτσε να πιεις, κάτσε να τραγουδήσεις!
Τραγούδια δεν ηξεύρω εγώ, μόν’ γράμματα μαθαίνω!
Και σαν ηξεύρεις γράμματα, πες μας την αλφαβήτα!
Κι ηκούμπισ’ το ραβδάκι του να πει την αλφαβήτα!
Χλωρό ραβδί, ξερό ραβδί, χλωρά βλαστάρια βγήκαν!
Και κάτω στις ριζούλες τους, βρύσες ηκυματούσαν
και κατηβαίναν πέρδικες, γαριφαλιές λεβέντικες
κι ηβρέχαν τα φτερά ντως
κι λούζαν τον αφέντη μας
τον πολυχρονεμένο!
Εσένα πρέπει αφέντη μας καρέκλα καρυδένια
για ν’ ακουμπάς την μέση σου τη μαργαριταρένια!
Και πάλι ξαναπρέπει σου φλουριά να κοσκινίζεις
και τ’ αποκοσκινίσματα να τα φιλοδωρίζεις!
Πολλά ‘παμε τ’ αφέντη μας,
του ρήγα, του λεβέντη μας,
ας πούμ’ και της κεράς μας!
Κερά λιγνή, κερά ψιλή, κερά καμαροφρύδα,
πο’ χεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι
και του κοράκου το φτερό, το χεις καμαροφρύδι!
Πολλά ‘παμε και της κεράς, ας πούμε και του γιου μας!
Έχεις και γιο στα γράμματα, διαβάζει το ψαλτήρι,
να τον αξιώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι!
Πολλά ‘παμε του γιούκα μας, ας πούμε και της κόρης!
Έχεις και κόρη εύμορφη, γραμματικός τη θέλει,
κι αν είναι και γραμματικός, πολλά καλά γυρεύει!
Γυρεύει αμπέλια ατρύγητα, χωράφια τρυγημένα,
γυρεύει και τη θάλασσα, με όλα τα καράβια!
Γυρεύει και τον κυρ-Βοριά, να τα καλαρμενίζει!
Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρταμε πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει!
Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρταμε τα ράφια ‘ναι ασημένια,
του χρόνου σαν ξανάρθωμε, να ‘ναι μαλαματένια!
Εφάγαμε τον πετεινό, τον πετεινό τον παρδαλό,
ας φάμε και την κότα,
δώσ’ μας και το μπαξίσι μας, να πάμε σ’ άλλη πόρτα!
Εις έτη πολλά κοκόνα!
Καταγραφή: Δημητρία Αντωνίου Συνάνη. Γεννηθείσα 1.1.1908 εις Βρύουλλα Μικράς Ασίας – εκοιμήθη στο Ηράκλειο 23.2.2010, 102 ετών.